«Ευθύνη Υπουργών»: Να δώσουν οι Δικαστές τη λύση τώρα!

Θεόδωρος Φορτσάκης
Viber Whatsapp Μοιράσου το
«Ευθύνη Υπουργών»: Να δώσουν οι Δικαστές τη λύση τώρα!

Τις τελευταίες μέρες, με αφορμή την πολύκροτη υπόθεση «Novartis», για την οποία παραμένουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα, γίνεται πολύς λόγος για τις διατάξεις περί ευθύνης Υπουργών, την έκτασή τους και την αμφιλεγόμενη ορθότητά τους. Κοινός τόπος όλων αυτών των συζητήσεων είναι η διαπίστωση ότι όσοι διατελούν ή διατέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί απολαμβάνουν ένα αδικαιολόγητο, ακόμα και ανήθικο για ορισμένους, προνόμιο έναντι των υπολοίπων πολιτών.

Όπως είναι γνωστό, το Σύνταγμα της Ελλάδος, στο άρθρο 86, όπως διαμορφώθηκε το 2001, απονέμει στη Βουλή την αποκλειστική εξουσία να ασκεί δίωξη εναντίον Υπουργών για ποινικά αδικήματα που αυτοί τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η εξουσία αυτή ασκείται μάλιστα εντός ειδικής αποσβεστικής προθεσμίας, δηλαδή μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της επόμενης από εκείνης κατά την οποία φέρεται να τελέστηκε το αδίκημα βουλευτικής περιόδου. Έτσι το αδίκημα δεν παραγράφεται μεν, αντίθετα με ό,τι συχνά λέγεται, αλλά καθίσταται αδύνατη η δίωξή του, οπότε το αποτέλεσμα είναι ισοδύναμο της παραγραφής. Η προθεσμία αυτή είναι ιδιαίτερα σύντομη, ακόμη και δύο μόλις χρόνια! Παράλληλα, ο ισχύων νόμος περί ευθύνης υπουργών, ο Ν. 3126/2003, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 3961/2011, ορίζει ότι η παραγραφή των υπουργικών πλημμελημάτων ή κακουργημάτων συμπληρώνεται μετά την πάροδο πέντε ετών από την τέλεσή τους. Ο Ν. 3126/2003, άλλωστε, προέβλεψε για πρώτη φορά την υπαγωγή των μη Υπουργών συμμετόχων στο έγκλημα στα κοινά δικαστήρια, όσες φορές η Βουλή αποφασίζει να μη διώξει τον κατηγορούμενο ως αυτουργό Υπουργό. Η ιδιαίτερη αυτή ρύθμιση, την οποία σε πολλές περιπτώσεις επιβεβαίωσε ο Άρειος Πάγος με τη νομολογία του (βλ. ΑΠ 400/2000, ΑΠ 1249/2000, ΑΠ (ΟΛΟΜ) 573/1993,ΑΠ 1599/2002 κ.α.), ενίσχυσε την εντύπωση της προνομιακής μεταχείρισης των Υπουργών.

Τα μέλη της Κυβέρνησης πράγματι πρέπει να τυγχάνουν μιας αυξημένης προστασίας σε σχέση τους πολίτες, αλλά μόνον όσον αφορά αδικήματα που ενδέχεται να τελέσουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους και τα οποία ανάγονται στην πολιτική σφαίρα. Διαφορετικά, αν διώκονταν απεριόριστα γι' αυτά, κανείς δεν θα αναλάμβανε την ευθύνη υπουργικής θέσης, ενώ, ακόμα και αν το έκανε, δεν θα μπορούσε να λάβει τις αναγκαίες πολιτικές αποφάσεις. Το ζήτημα είναι το εύρος αυτής της προστασίας.

Είναι προ πολλού επιβεβλημένη η αλλαγή του ειδικού καθεστώτος της ποινικής ευθύνης των Υπουργών, η οποία όλο αναβάλλεται, με πρόσχημα τη δυσχερή διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος. Η αναθεώρηση, παρότι χρονοβόρα, χρειάζεται. Όμως η λύση επείγει, δεν μπορεί να περιμένει. Και η λύση δεν περιορίζεται στην αναθεώρηση του Συντάγματος, την οποία πρόσφατα ανήγγειλε και πάλι ο Υπουργός Δικαιοσύνης. Ούτε, βέβαια, βρίσκεται στην κατάθεση προτάσεων νόμων εκδίκασης ορισμένων μόνο αδικημάτων των Υπουργών από τα Τακτικά Ποινικά Δικαστήρια, όπως λίγες μέρες πριν πρότεινε ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας για το αδίκημα της δωροληψίας (άρθρο 235 του Π.Κ.).

Αφού ο Νομοθέτης χρονοτριβεί, τη λύση πρέπει να δώσει εδώ και τώρα η Δικαιοσύνη, η τρίτη συντεταγμένη εξουσία. Γι' αυτό οι Δικαστές οφείλουν, αναθεωρώντας τη νομολογία τους, να προβούν σε «στενή» ερμηνεία των διατάξεων περί ευθύνης Υπουργών. Είναι κρίσιμο, η εξαίρεση εκδίκασης των ποινικών αδικημάτων των Υπουργών από την Τακτική Δικαιοσύνη και η πρόβλεψη σύντομης παραγραφής τους να περιοριστεί μόνο στα αδικήματα που αυτοί τέλεσαν κατά την άσκηση των πολιτικών καθηκόντων τους, όπως ρητά ορίζει το Σύνταγμα και όχι γενικώς «επ’ ευκαιρία» αυτών, όπως ατυχώς δέχθηκαν μέχρι σήμερα τα Δικαστήρια. Πρέπει το ταχύτερο να σταματήσει η διευρυμένη υπαγωγή εγκλημάτων του Ποινικού Κώδικα στο πεδίο του νόμου περί ποινικής ευθύνης Υπουργών.

Με την εξαίρεση των πολιτικών αδικημάτων, οι πολιτικοί που διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα επιβάλλεται να ελέγχονται, αλλά και να προστατεύονται όπως κάθε Έλληνας πολίτης. Άλλωστε, κατά συνταγματική επιταγή (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος) «οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου» και η καθιέρωση διαφορετικών όρων και προϋποθέσεων για την ποινική ευθύνη Υπουργών και Υφυπουργών δεν έχει κανένα συνταγματικό, νομικό ή ηθικό έρεισμα.

Η Δικαστική εξουσία, η ανεξαρτησία της οποίας τόσο πολύ δοκιμάζεται στις μέρες μας, δεν πρέπει να αναμείνει παθητικά την αναθεώρηση του Συντάγματος. Πρέπει να τολμήσει και να προχωρήσει στην ουσιαστική απόδοση της δικαιοσύνης και στην πραγμάτωση της ισονομίας των πολιτών είτε αυτοί κατέχουν είτε όχι κυβερνητικές θέσεις, με μοναδικό γνώμονα το Σύνταγμά μας, όπως αυτό πρέπει να ερμηνευτεί κατά την έννοια του Κράτους δικαίου.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider